
Βάλια Κάλντα
Χώρα
Ελλάδα
Πληροφορίες
Ο Εθνικός Δρυμός Πίνδου, γνωστός και ως Βάλια Κάλντα βρίσκεται σε δυσπρόσιτη περιοχή της οροσειράς της Πίνδου μεταξύ των νομών Γρεβενών και Ιωαννίνων. Η συνολική έκτασή του φτάνει τα 68.990 στρέμματα.
Ο δρυμός περιλαμβάνει την κοιλάδα της Βάλια Κάλντα και του Αρκουδορέματος καθώς και τα βουνά Λύγκος και Μαυροβούνι. Χαρακτηρίζεται από την ιδιαίτερη ποικιλία μορφολογικών αντιθέσεων όπου περιλαμβάνει απότομους γκρεμούς ορμητικούς χειμάρρους και πυκνά δάση. Χαρακτηριστικό της είναι ότι εμφανίζει σημαντικές θερμοκρασιακές διαφορές κατά τη διάρκεια του 24ώρου. Ο παραπόταµος του Αώου, διασχίζει ορµητικά την κοιλάδα, περικυκλωµένος από τα ψηλά και απόκρημνα βουνά του ορεινού συμπλέγματος του Λύγκου.
Οι περισσότερες κορυφές του δρυμού, φτάνουν σε υψόμετρο πάνω από 2000 μέτρα. Μεταξύ αυτών βρίσκονται οι κορυφές Αυγό (2.177 μ.), Κακοπλεύρι (2.160 μ.), Φλέγγα (2.159 μ.), Τρία σύνορα (2.050 μ.), Αυτιά (2.082 μ.) και Σαλατούρα (2.019 μ.).
Ετυμολογία
Η ονομασία Βάλια Κάλντα στα βλάχικα σημαίνει "Ζεστή Κοιλάδα". Ονομάζεται έτσι γιατί εμφανίζει σημαντικές θερμοκρασιακές διακυμάνσεις στη διάρκεια του 24ώρου, με πολύ υψηλές θερμοκρασίες κατά την διάρκεια της ημέρας χωρίς νέφωση και πολύ χαμηλές κατά τη διάρκεια της νύχτας. Η παγωμένη «Ζεστή κοιλάδα» πήρε τ’όνομά της κατ’ευφημισμό , καθώς απότελεί μία από τις πιο κρύες και υγρές περιοχές της Ελλάδας.
Χλωρίδα
Ο δρυμός καλύπτεται από δάση κωνοφόρων και οξιάς και πάρα πολλά είδη ενδημικών φυτών των Βαλκανίων και της Ελλάδας όπου ανάμεσά τους το ενδημικό φυτό της περιοχής Κενταύρεια η βλαχόρειος (Centaurea vlachorum), που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν των Βλάχων που κατοικούν στα γειτονικά χωριά. Κύριο χαρακτηριστικό του Δρυμού, στα χαμηλά και μέσα υψόμετρα (1000μ.- 1600μ.), είναι τα απέραντα και πυκνά δάση, που αποτελούνται από μαύρη, δασική ή λευκόδερμο πεύκη (Pinus nigra, Pinus silvestris, Pinus leucodermis) και οξιά (Fagus silvatica). Στα μεγαλύτερα υψόμετρα (1600μ.- 1900μ.), φυτρώνει μόνο ένα είδος ανθεκτικού στο ψύχος κωνοφόρου το ρόμπολο (Pinus leucodermis) που από μόνο του θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα ζωντανό μνημείο της φύσης. Στα μεγάλα υψόμετρα (1900μ.-2177μ.), πάνω από το ανώτερο υψομετρικό όριο του δάσους και στα ξέφωτα του εκτείνονται αλπικά λιβάδια, αποτελούμενα μόνο από πόες και μερικά είδη θάμνων.
Η χλωρίδα του Δρυμού είναι σπάνια με μεγάλο βαθμό ενδημισμού. Συνολικά έχουν καταγραφεί 415 φυτικά είδη και μια πλούσια μυκοχλωρίδα με 86 είδη μανιταριών (http://www.katafigiovaliacalda.com/grpage3.html). Άλλα είδη του Δρυμού είναι ενδημικά της κεντρικής και βορειοδυτικής Ελλάδας, όπως η σολδανέλα της Πίνδου (Soldanella pindicola), η σιλένε της Πίνδου (Silene pindicola), η φριτιλλάρια η ηπειρωτική (Fritillaria epirotica) κ.ά. (http://www.katafigiovaliacalda.com/grpage3.html)
Ο Δρυμός φιλοξενεί ακόμη κι άλλα φυτά που είναι ευρύτερα ενδημικά. Γνωστότερα είναι ο κρόκος (Crocus crysanthus), ο κόκκινος κρίνος (Lilium chalcedonicum), ο άγριος κρόκος (Crocus veluchensis), το κυκλάμινο (Ciclamen hederifolium), το κεφαλάνθηρο (Cephalanthera rumba), κ.α
Πανίδα
Φιλοξενεί περισσότερα από 80 είδη πουλιών 11 από τα οποία είναι αρπακτικά όπου ορισμένα είναι προστατευόμενα. Μερικά από αυτά είναι τα γεράκια, γερακίνες, αετοί, πουλιά του δάσους γενικά και νυχτόβιοι.
Είναι από τους τελευταίους βιότοπους στην Ελλάδα της καφέ αρκούδας, του αγριόγατου και του αγριόγιδου, καθώς και δάσος όπου ξεχειμωνιάζουν τα πιο σημαντικά είδη της ελληνικής πανίδας.
Άλλα σπάνια θηλαστικά που ζουν εκεί είναι η βίδρα, το ζαρκάδι και ο αγριόγατος. Στα ποτάμια της κοιλάδας συναντάμε δυο σπάνια είδη πέστροφας (Trutta fario και Salvelinus fontinalis). Επιπλέον, υπάρχουν πολλά είδη μανιταριών και ερπετών όπως οχιές, σαύρες, σαλαμάνδρες, αστρίτες. Επτά από αυτά τα είδη προστατεύονται σε ολόκληρο τον κόσμο.